Books edited
Dance and dance procedures in Pontos (in Greek), by Nikos Zournatzidis. Athens, Greek Dances Theater, 1999, 190 p.
Αλκης Ράφτης
Πρόλογος στο βιβλίο του Νίκου Ζουρνατζίδη
Χορευτικές διαδικασίες και χοροί του Πόντου. Συμβολή στην έρευνα του ποντιακού χορού.
Αθήνα, Θέατρο Ελληνικών Χορών “Δόρα Στράτου” και “Σέρρα”, 1999.
Η ιστορία αυτού του βιβλίου αρχίζει πριν από δεκατρία ολόκληρα χρόνια, όταν ο συγγραφέας του δέχτηκε να κάνει μια ανακοίνωση για τους ποντιακούς χορούς. Το 1ο Συνέδριο για την Ερευνα του Χορού ήταν ακόμη Παγκόσμιο – συμμετείχαν ερευνητές από 45 χώρες – ενώ αργότερα οι οικονομικές συνθήκες το έκαναν απλώς διεθνές, με 20 περίπου χώρες. Για πρώτη φορά στην ιστορία του χορού και της λαογραφίας συγκεντρώθηκαν όλες οι τότε ενεργές δυνάμεις πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Γνώριζα τον Νίκο Ζουρνατζίδη και ήταν ο πρώτος που σκέφτηκα όσον αφορά τον ποντιακό χορό. Με την σεμνότητα που τον διακρίνει, αρνήθηκε επίμονα, λέγοντας ότι εκείνος δεν είναι θεωρητικός, ότι δεν είναι ακόμα έτοιμος, και δεν θυμάμαι τι άλλο. Χρειάστηκε αρκετή προσπάθεια για να τον πείσω να κάνει μια απλή απαρίθμηση των χορών που είχε υπόψη του. Μέχρι τότε η βιβλιογραφία του ποντιακού χορού αριθμούσε ουσιαστικά μόνο δύο κείμενα: το άρθρο του Κουτσογιαννόπουλου και το βιβλίο του Κιλπάτρικ.
Ο Κουτσογιαννόπουλος ήταν ένας πρωτοπόρος στη διάδοση του ποντιακού χορού, έζησε όμως σε μια εποχή όπου η συστηματική έρευνα του χορού ήταν ανύπαρκτη στη χώρα μας. Το άρθρο του κατέγραφε μόνο τους πιο διαδεδομένους χορούς, με μια διάθεση τυποποίησης και ρομαντικής ερμηνείας. Ο αμερικανός David Kilpatrick μας έδωσε την πρώτη επιστημονική εργασία που γράφτηκε για τον ελληνικό χορό, που παρέμεινε μια από τις σημαντικότερες μέχρι σήμερα. Δυστυχώς όμως η διατριβή του δεν μεταφράστηκε στα ελληνικά ώστε να γονιμοποιήσει την παραπέρα έρευνα από τους Ελληνες. Ενα μειονέκτημα της προσέγγισής του ήταν ότι περιορίστηκε κι αυτός στους πιο γνωστούς χορούς, εφόσον δεν είχε ούτε τον χρόνο ούτε τη γνώση της ελληνικής γλώσσας ώστε να επεκταθεί περισσότερο.
Ετσι η ανακοίνωση του Ζουρνατζίδη, που βρίσκεται δημοσιευμένη στα πρακτικά του Συνεδρίου του 1987, μας έδωσε μια πρώτη εικόνα του τεράστιου φάσματος του χορού στον Πόντο. Ολοι οι σύνεδροι, που νόμιζαν ότι οι ποντιακοί χορί ήταν οι δέκα περίπου που γνώριζαν, έμειναν κατάπληκτοι διαπιστώνοντας ότι αριθμούσαν αρκετές δεκάδες, με πρωτάκουστες ονομασίες και απροσδιόριστες παραλλαγές. Κατάλαβαν ότι Πόντος δεν ήταν μόνο η Τραπεζούντα, αλλά περιοχές όπως του Καρς, του Δυτικού Πόντου και των μεταλλείων, με δικούς τους χορούς.
Ο Νίκος Ζουρνατζίδης δεν ήταν απλώς ο πλέον κατάλληλος για να αναλάβει την έρευνα που χρειαζόταν για να φέρει σε φως την πολυμορφία του ποντιακού χορού. Τολμώ να πω ότι ήταν ο μόνος κατάλληλος, λες και η μοίρα του τον προόριζε γι’ αυτό το σημαντικότατο έργο. Για να μην θεωρηθεί σαν φιλοφρόνηση προς έναν αγαπητό φίλο, ας μου επιτραπεί να στηρίξω με επιχειρήματα αυτή τη τιμητική διάκριση. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που συνδυάζει μια σειρά από αντικειμενικά προσόντα, όπως τα παρακάτω.
α) Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα χωριό που διέθετε παλιούς καλούς χορευτές, οργανοπαίχτες και τραγουδιστές. Αυτό και μόνο είναι ένα πλεονέκτημα που εμείς οι άλλοι, που ανακαλύψαμε εκ των υστέρων τον παραδοσιακό πολιτισμό, πολύ δύσκολα μπορούμε να αναπληρώσουμε.
β) Συμπλήρωσε την πρωτογενή πρακτική του χορού που είχε πάρει με τον παραδοσιακό τρόπο στο χωριό, με την φολκλορική πρακτική σε χορευτικά συγκροτήματα της περιοχής του.
γ) Είχε την τύχη να μαθητεύσει στο καλύτερο σχολείο του χορού, στο Θέατρο “Δόρα Στράτου”. Πουθενά αλλού δεν θα μπορούσε να γνωρίσει ένα τεράστιο πανελλήνιο ρεπερτόριο, χορεύοντας καθημερινά με ζωντανή μουσική και με επίλεκτους συγχορευτές και οργανοπαίχτες από κάθε γωνιά της χώρας. Στον χώρο αυτό εξελίχτηκε με τα χρόνια μέχρι που κατέλαβε τη θέση του υπεύθυνου ολόκληρου του συγκροτήματος.
δ) Συνέχισε κατόπιν σαν αρχηγός άλλων συγκροτημάτων, διαδίδοντας τον ποντιακό χορό και μεταλαμπαδεύοντας τις γνώσεις του. Διαπίστωσε έτσι από κοντά τις ελλείψεις και τα σφάλματα στη διδασκαλία και στην παρουσίαση των χορών.
ε) Ξεκίνησε από νωρίς μια εκτεταμένη επιτόπια έρευνα που τον οδήγησε σε αμέτρητα χωριά και στον ίδιο τον σημερινό Πόντο. Μάζεψε πληροφορίες που είχαν κρατήσει στη μνήμη τους γέροντες και γερόντισσες. Σαν Πόντιος ο ίδιος και σαν πεπειραμένος χορευτής μπορούσε να μιλήσει άνετα μαζί τους και να πιάνει τι ακριβώς του έλεγαν.
δ) Δίδαξε σε περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον σεμινάρια, σε Ελλαδίτες, σε Ελληνες της διασποράς και σε ξένους. Βρέθηκε έτσι αντιμέτωπος με τις δυσκολίες στην εκμάθηση των χορών και ιδιαίτερα στην απόδοση του ύφους. Αντιστάθηκε συνειδητά στον πειρασμό του κάθε δασκάλου να τυποποιήσει το αντικείμενο της διδασκαλίας του για να διευκολύνεται ο ίδιος και οι μαθητές του.
ε) Διευθύνει ακόμη ένα ποντιακό χορευτικό κέντρο, έχοντας έτσι την ευκαιρία να έρχεται σε επαφή με τους ποικίλλους χορευτές που φτάνουν εκεί, καθώς και με τους τραγουδιστές και οργανοπαίχτες που μετακαλεί.
ζ) Δεν περιορίστηκε στο χορό, αλλά ερεύνησε συστηματικά και τη μουσική και τη φορεσιά και άλλα στοιχεία. Μελέτησε παράλληλα τη βιβλιογραφία, κάτι που λίγοι κάνουν, ενώ άλλοι περιορίζονται δυστυχώς μόνο σ’ αυτό.
Πέρα από τις παραπάνω αδιαμφισβήτητα αντικειμενικές “περγαμηνές”, θα προσθέσω μερικά – υποκειμενικά πλέον – στοιχεία από την προσωπικότητά του. Ερευνητές υπάρχουν πολλοί, στον χορό και σε άλλα θέματα, λίγοι όμως από αυτούς είναι γεννημένοι για ερευνητές. Αυτοί δεν μπορούν να σταματήσουν να ερευνούν, όσα διπλώματα και αν αποκτήσουν, όσες θέσεις κι αν καταλάβουν. Ο Νίκος Ζουρνατζίδης δεν σταμάτησε να ερευνά επί 25 χρόνια, χωρίς να επιδιώξει τίτλους, χωρίς να λογαριάσει τους κόπους, τα ταξίδια και τα έξοδα.
Τέλος, ο ευχάριστος χαρακτήρας του και η ζεστή κοινωνικότητά του τον προστάτεψαν από το ολίσθημα που καραδοκεί τον καθένα που έμαθε πολλά: να κάνει τον πολύξερο, να αποκλείει τη διαφωνία ή την κριτική, να παγιοποιήσει τις γνώσεις και τις απόψεις του. Δεν σταμάτησε να δουλεύει για το χορό και δεν ψεύτισε τη δουλειά του. Μετά από μια τόσο μεγάλη πορεία εξακολουθεί να αντλεί την ικανοποίησή του μόνο από την αγάπη για το χορό που τον οδήγησε στα πρώτα του βήματα.
Στο πόνημα που ακολουθεί εκθέτει “με το χέρι στο ευαγγέλιο” τα αποτελέσματα των επιτόπιων ερευνών του. Χωρίς προσπάθεια ωραιοποίησης ή θεωρητικοποίησης, χωρίς περιττές αναλύσεις ή ερμηνείες, δίνει αυτά που του έδωσαν, χωρίς φτιασίδια. Μακάρι να ακολουθήσουν το παράδειγμά του άλλοι από εδώ κι εμπρός, για τον Πόντο και για άλλες περιοχές. Να ερευνήσουν το ίδιο επίμονα και συστηματικά, είτε για να διαλευκάνουν και να συμπληρώσουν τα ήδη δημοσιευμένα στοιχεία, είτε δίνοντάς μας άλλο τόσο πολύτιμα και πλήρη εγχειρίδια.
Αλκης Ράφτης
Traditional embroidery stiches from the Dora Stratou Theatre collection, by Dimitra
Papoutsopoulou. Athens, Pireaus Bank Cultural Foundation, 2009, 323 p
from the collection of the Dora Stratou Dance Theatre
Author: Dimitra Papoutsopoulou
Foreword and editing: Alkis Raftis
Drawings: Diatzenta (Iakinthi) Parissi
Publishers: Cultural Foundation of the Bank of Pireaus & Greek Dances Theatre “Dora Stratou”
8 Scholiou Street, Plaka, GR-10558 Athens, tel. (30)210.324.4395
fax +30 210.324.6921 mail@grdance.org www.grdance.org
Οι παραδοσιακές βελονιές
από τη συλλογή του Χοροθεάτρου “Δόρα Στράτου”
Συγγραφέας: Δήμητρα Παπουτσοπούλου
Πρόλογος και επιμέλεια: Αλκης Ράφτης
Σχεδίαση σχημάτων: Διαντζέντα (Υακίνθη) Παρίση
Εκδότες: Πολιτιστικό Ιδρυμα Τράπεζας Πειραιώς &
Θέατρο Ελληνικών Χορών “Δόρα Στράτου”,
Σχολείου 8, Πλάκα, 10558 Αθήνα,
τηλ. 210.324.4395, φαξ 210.324.6921,
mail@grdance.org www.grdance.org
Πρόλογος
Το τεράστιο έργο της Δόρας Στράτου είναι γνωστό στο ευρύ κοινό εδώ και μισόν αιώνα από τις παραστάσεις του μουσικοχορευτικού συγκροτήματος. Λίγοι γνωρίζουν ότι η επιβίωση του θεσμού μετά το θάνατο της Δόρας Στράτου οφείλεται στη Σχολή Χορού, στα ερευνητικά προγράμματα, στις εκδόσεις, στα συνέδρια, στα σεμινάρια και τις διαλέξεις. Λίγοι γνωρίζουν, επίσης, ότι οι παραστάσεις συνεχίζουν να δίνονται με 2.000 αυθεντικές φορεσιές, που δυστυχώς ακόμη δεν έχουν εξασφαλιστεί σε μουσειακό πλαίσιο. Την ίδια τύχη έχουν τα κεντήματα, τα κεφαλοδεσίματα και τα κοσμήματα που συνοδεύουν τη μεγάλη συλλογή του Θεάτρου.
Οι δημοσιεύσεις για φορεσιές και κεντήματα από διάφορες συλλογές είναι αρκετές, άλλοτε προερχόμενες από συστηματικές καταγραφές και μελέτες, και άλλοτε από φωτογραφικά λευκώματα. Η τέχνη όμως της βελονιάς, η τέχνη της κεντητικής, δεν έχει καταγραφεί· μεταδίδεται μόνο από την εμπειρική γνώση.
Η γνώση αυτή, λοιπόν, θα είχε εντελώς χαθεί, αν δεν εμφανιζόταν στον σύγχρονο οργανισμό «Δόρα Στράτου» η κυρία Δήμητρα Παπουτσοπούλου. Στην αρχή ερχόταν μαζί με άλλες κυρίες που βοηθούσαν, πάντα χωρίς την παραμικρή αμοιβή, στη συντήρηση των αυθεντικών φορεσιών και κεντημάτων.
Οταν κατάλαβα τις γνώσεις της, της ζήτησα να διδάξει τις άλλες. Έτσι ξεκίνησαν τα δωρεάν μαθήματα, που τα παρακολουθούν περίπου είκοσι κυρίες (ελάχιστες από αυτές νεαρές, δυστυχώς). Θα χρειαστούν, βέβαια, μερικά χρόνια ακόμα για να «αποφοιτήσουν» οι πρώτες, μιας και οι γνώσεις της κυρίας Παπουτσοπούλου είναι αστείρευτες.
Κάποτε την παρακάλεσα να καταγράψει τις βελονιές, για να τις δίνουμε στις μαθήτριες σε φωτοτυπίες, σαν διδακτικό βοήθημα. Έτσι άρχισε να μου δίνει κάθε λίγο μικρά χαρτάκια με σχήματα, και με εκείνον τον υπέροχο γραφικό χαρακτήρα αρσακειάδας – άλλο κειμήλιο του παρελθόντος. Έπρεπε να αποκρυπτογραφώ την περιγραφή, να την ξαναγράφω σε στρωτό κείμενο, μαθαίνοντας, εγώ ο άσχετος, την ορολογία του υφάσματος και των κλωστών, τη χαμένη ονοματολογία των βελονιών και των τεχνικών. Σαν καλός ερευνητής, έψαξα να βρω βιβλιογραφία να ενημερωθώ. Και τότε διαπίστωσα ότι δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα.
Τα βιβλία για το κέντημα έχουν ωραίες έγχρωμες εικόνες με μοτίβα, αλλά δεν λένε πώς φτιάχνονται αυτά. Δείχνουν το τελικό αποτέλεσμα, αναδεικνύουν την αισθητική του, αλλά αδιαφορούν για τη δομή. Είναι σαν η βιβλιογραφία για την αρχιτεκτονική να περιέχει μόνο φωτογραφίες (από καλύβες μέχρι ουρανοξύστες), αδιαφορώντας για το πώς κατασκευάζονται αυτά τα κτίσματα. Σαν να μην παίζει ρόλο αν είναι από καλάμια, από πέτρα, από τούβλα, από μπετόν, ή από ατσάλι και γυαλί. Σαν να μην ενδιαφέρεται πια κανείς να καταγράψει πώς έπλεκαν οι Σαρακατσάνοι τις καλύβες, πώς αρμολογούσαν οι πελεκάνοι τις πέτρες, πώς έχτιζαν οι Βυζαντινοί τους τοίχους, πώς κατάφερναν να φτιάξουν οι αρχαίοι τεχνίτες τους ναούς.
Θα πρέπει, λοιπόν, να ξαναγραφτούν ίσως όλες οι λεζάντες στα λαογραφικά μουσεία, ώστε να αναφέρουν αυτά που είναι τα πιο σημαντικά. Να γράφουν, δηλαδή, με τι βελονιά είναι κεντημένες οι φορεσιές ή τα υφάσματα, μιας και η βελονιά είναι ουσιαστικό χαρακτηριστικό, το οποίο προκαθορίζει εν πολλοίς το μοτίβο. Το μοτίβο το βλέπει ο καθένας· είναι εύκολο να διαπιστώσει αν μοιάζει με κάποιο άλλο από άλλη περιοχή, αν το κέντημα είναι γυναικείο ή αντρικό, από ερασιτέχνη ή από επαγγελματία, χωριάτικο ή αστικό.
Τότε κατάλαβα την αξία των σημειώσεων της κυρίας Δήμητρας. Επρεπε να εκδοθούν σε βιβλίο, ώστε να μείνουν για πάντα στα χέρια των ελάχιστων έστω που θα ήθελαν να ασχοληθούν. Στο μεταξύ, οι βελονιές είχαν γίνει αρκετές δεκάδες. Άρχισα να ψάχνω για εκδότη. Η έκδοση θα ήταν ακριβή, καθώς έπρεπε να έχει αναλυτικά σχήματα και έγχρωμες φωτογραφίες. Τότε απευθύνθηκα στην Ασπασία Λούβη-Κίζη, παλιά μου φίλη από την εποχή που, ως υποδιοικητής της ΕΤΒΑ, αναζωογόνησα το ξεχασμένο τότε Πολιτιστικό Ιδρυμά της και το έστρεψα οριστικά προς τη βιομηχανική αρχαιολογία.
Το Ιδρυμα της Τράπεζας Πειραιώς ανέλαβε τη δύσκολη έκδοση, και γι’ αυτό οφείλουμε πολλές ευχαριστίες στην κυρία Σοφία Στάϊκου, η οποία το διοικεί με ευαισθησία και τόλμη.
Μέχρι να παραδώσουμε το κείμενο με τα πρόχειρα σχήματα, οι βελονιές είχαν φτάσει τις εκατό. Η κυρία Δήμητρα δεν σταματούσε να παραδίδει νέα χαρτάκια, αλλά και να κάνει διορθώσεις στα παλιά. Δεν είχαμε φανταστεί ότι θα ήταν τόσο πολλές οι διαφορετικές βελονιές πάνω στις φορεσιές. Κανείς δεν ήξερε ότι υπάρχει τόσος πλούτος σε ένα τόσο παραμελημένο κεφάλαιο της ελληνικής παράδοσης. Η έκδοση έπαιρνε όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις, αλλά δεν διανοηθήκαμε να σταματήσουμε εκεί· αντίθετα, ενθαρρύναμε την κυρία Δήμητρα να καταγράψει και άλλες παραπλήσιες τεχνικές, που αλλιώς θα χάνονταν κι αυτές. Μέχρι να γίνουν από ειδικούς τα σχήματα και η φωτογράφιση, οι βελονιές είχαν φτάσει τις 128!
Αυτή είναι η ιστορία του λευκώματος μέχρι που έφυγε από τα χέρια μας. Η έκδοση του πονήματος απαίτησε κόπο πολύ και φροντίδα, που οφείλεται στην κυρία Μανουέλα Μπέρκι, υπεύθυνη των εκδόσεων του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς. Βοήθησαν, επίσης, σημαντικά η Μαρία Τζίμκα, υπεύθυνη της ιματιοθήκης του Θεάτρου, και η Αδαμαντία Αγγελή στη γραμματειακή υποστήριξη. Για μας τους ανθρώπους του χορού ήταν ένα νέο και γοητευτικό αντικείμενο, αλλά κυρίως ήταν μια απεριόριστη ευχαρίστηση η συνεργασία με την κυρία Δήμητρα, μια παρουσία τόσο γλυκιά που ο καθένας θα ήθελε να είναι δική του γιαγιά. Η γυναίκα αυτή αφιέρωσε τη ζωή της σε ένα αντικείμενο που οι άλλοι περιφρονούσαν, και σήμερα βλέπει τη σοφία που συγκέντρωσε να πιάνει τόπο.
Μπορεί εμείς που ασχολούμαστε με την παράδοση να διακατεχόμαστε από θλίψη γιατί αυτά που αγαπήσαμε όχι μόνο χάνονται αλλά και δεν εκτιμούνται – παρά μόνο στα λόγια. Μπορεί να αγωνιζόμαστε να τα κρατήσουμε ζωντανά με διάφορους τρόπους, ή έστω να τα καταγράψουμε, μήπως τα χρειαστούν οι επόμενες γενιές. Ισως αυτό να είναι μια αυταπάτη. Όμως, δεν μπορεί κανείς να φέρει αντίρρηση στη βασική κατεύθυνση της διάσωσης της παραδοσιακής τεχνολογίας, και γενικότερα της παραδοσιακής κληρονομιάς, που έχει υιοθετήσει το Πολιτιστικό Ιδρυμα Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ) και την υπηρετεί με ποικίλους τρόπους: διασωστικές ενέργειες, δημιουργία μουσείων, οργάνωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Οταν όλα αυτά εξαντλούνται, το ΠΙΟΠ επιδίδεται στην καταγραφή, γιατί αυτός είναι ο έσχατος αλλά ασφαλής τρόπος διάσωσης. Η καταγραφή, λοιπόν, της γνώσης της κυρίας Δήμητρας, αλλά και της ανάλυσης που αυτή είναι σε θέση να κάνει μέσα από τα χιλιάδες κομμάτια της συλλογής μας, αποτυπώνεται σε αυτό το βιβλίο. Η έκδοση αποτελεί τον καλύτερο τρόπο να γιορτάσει το Θέατρο «Δόρα Στράτου» τα 55 χρόνια του, χάρη στην εξαιρετική συνεργασία μας με το Πολιτιστικό Ιδρυμα της Τράπεζας Πειραιώς.
ΑΛΚΗΣ ΡΑΦΤΗΣ
Πρόεδρος του Χοροθεάτρου «Δόρα Στράτου»
Πρόεδρος του Διεθνούς Συμβουλίου Χορού CIDUNESCO